Το νέφος σκόνης που δημιουργήθηκε από την έκρηξη ενός μετεώρου επάνω από το Τσελιαμπίνσκ της Ρωσίας τον περασμένο Φεβρουάριο «ταξίδεψε» γρήγορα στην ατμόσφαιρα κάνοντας τον γύρο της Γης μέσα σε μόλις τέσσερις μέρες.
Η πορεία του καταγράφηκε για πρώτη φορά από ερευνητές της NASA οι οποίοι διαπίστωσαν ότι τα «διαστημικά» υπολείμματα εξακολουθούσαν να «περικυκλώνουν» τον πλανήτη μας επί τρεις μήνες μετά το περιστατικό.
Υψηλή ενέργεια και σκόνη
Το μετέωρο, το οποίο είχε πλάτος 18 μ. και ζύγιζε 11.000 τόνους, «εισέβαλε» στην ατμόσφαιρα της Γης με ταχύτητα 18,6 χλμ. το δευτερόλεπτο τα ξημερώματα της 15ης Φεβρουαρίου του 2013. Φλεγόμενο από την τριβή με τον γήινο αέρα, εξερράγη ενώ βρισκόταν περίπου 23 χλμ επάνω από το Τσελιαμπίνσκ της Ρωσίας, εκλύοντας ενέργεια 30 φορές μεγαλύτερη από την ατομική βόμβα της Χιροσίμα.
Το ωστικό κύμα και τα συντρίμμια που έπεσαν στο έδαφος προκάλεσαν τον τραυματισμό περισσοτέρων από 1.000 ατόμων και υλικές ζημιές. Παράλληλα όμως η έκρηξη διασκόρπισε εκατοντάδες τόνους σκόνης στη στρατόσφαιρα, επιτρέποντας στον μετεωρολογικό δορυφόρο Suomi National Polar-orbiting Partnership και τους ερευνητές της NASA να «χαρτογραφήσουν» για πρώτη φορά πώς τα υλικά που παράγονται από τέτοιου είδους γεγονότα εξαπλώνονται στην ατμόσφαιρα της Γης.
«Θελήσαμε να δούμε αν ο δορυφόρος μας μπορούσε να ανιχνεύσει τη σκόνη του μετεώρου» δήλωσε ο Νικ Γκορκάβιλ του Κέντρου Διαστημικών Πτήσεων Γκοντάρ της NASA, επικεφαλής της σχετικής μελέτης η οποία έχει γίνει δεκτή προς δημοσίευση στην επιθεώρηση «Geophysical Research Letters».
«Πραγματικά είδαμε τον σχηματισμό μιας νέας ζώνης από σκόνη στη στρατόσφαιρα της Γης και επιτύχαμε την πρώτη από το Διάστημα παρατήρηση της μακροπρόθεσμης εξέλιξης του νέφους ενός μετεώρου».
Η πορεία της σκόνης
Περίπου τρεισήμισι ώρες μετά την αρχική έκρηξη τα όργανα του Suomi NPP ανίχνευσαν το νέφος της σκόνης στην ατμόσφαιρα, σε ύψος περίπου 40 χλμ., να κινείται γρήγορα προς τα ανατολικά με ταχύτητα μεγαλύτερη των 300 χλμ. την ώρα. Την επόμενη ημέρα το νέφος εξακολουθούσε την πορεία του προς ανατολάς μέσω του αεροχειμάρρου της στρατόσφαιρας, φθάνοντας στις Αλεούτιες Νήσους.
Σε αυτό το στάδιο τα μεγαλύτερα και βαρύτερα σωμάτια άρχισαν να χάνουν ύψος και να κινούνται πιο αργά, τα μικρότερα και πιο ελαφρά σωμάτια διατήρησαν το ύψος και την ταχύτητά τους, ακολουθώντας τις μεταβολές της ταχύτητας των ανέμων στα διάφορα υψόμετρα.
Στις 19 Φεβρουαρίου, τέσσερις ημέρες μετά την έκρηξη, το τμήμα του νέφους που βρισκόταν ψηλότερα και κινείτο με μεγαλύτερη ταχύτητα είχε περάσει επάνω από ολόκληρο το βόρειο ημισφαίριο και είχε φθάσει και πάλι στο Τσελιαμπίνσκ, έχοντας κάνει τον γύρο της Γης. Τουλάχιστον τρεις μήνες αργότερα το νέφος του μετεώρου εξακολουθούσε να είναι ανιχνεύσιμο γύρω από τον πλανήτη.
«Πριν από τριάντα χρόνια λέγαμε μόνο θεωρητικά ότι το νέφος θα πρέπει να ενσωματώνεται στον στρατοσφαιρικό αεροχείμαρρο» δήλωσε ο Πολ Νιούμαν, επικεφαλής του Εργαστηρίου Ατμοσφαιρικών Επιστημών του Κέντρου Γκοντάρ.
«Σήμερα τα μοντέλα μας μας επιτρέπουν να ανιχνεύσουμε επακριβώς τη σκόνη από ένα μετέωρο και να κατανοήσουμε την εξέλιξή της καθώς κινείται γύρω από τον πλανήτη».