Όπως το έθεσε κάποτε ο Woody Allen, "χωρίς αμφιβολία υπάρχει ένας αθέατος κόσμος. Το πρόβλημα είναι πόσο μακριά είναι από το κέντρο της πόλης και μέχρι ποια ώρα είναι ανοιχτός".
Μετά από τις ανακαλύψεις της νέας φυσικής, το ερώτημα αν υπάρχουν παράλληλα σύμπαντα (κόσμοι που υπάρχουν δίπλα-δίπλα με το δικό μας) εξετάζεται με ανανεωμένο ενδιαφέρον πολύ πιο πέρα από τις απλές εικασίες.
Σήμερα ίσως περισσότερο από ποτέ, βρισκόμαστε μπροστά σε μια επανάσταση στον τρόπο σκέψης μας σχετικά με το σύμπαν και τους νόμους που το διέπουν, (την ύλη από την οποία είμαστε φτιαγμένοι). Αυτή η επανάσταση η οποία ήρθε στο προσκήνιο εξαιτίας των ανακαλύψεων της νέας φυσικής συμπεριλαμβανομένης και της κβαντικής μηχανικής, φαίνεται να φτάνει πολύ πιο πέρα από τη δική μας προκατασκευασμένη εικόνα, που βασίζεται στην ιδέα μιας χειροπιαστής, συμπαγούς πραγματικότητας.
Η νέα φυσική στοχεύει σε μια νέα και πιο θεωρητική κατεύθυνση, μια κατεύθυνση που υποδεικνύει την ανάγκη να ενοποιήσουμε την εικόνα μας για τον κόσμο.
Το μέγιστο πρόβλημα στην επιστήμη σήμερα είναι η ενοποίηση, το να σμίξουν δηλαδή μια πληθώρα ανομοιογενών ιδεών και αντιλήψεων, που κυμαίνονται από την ελάχιστη υποατομική ύλη μέχρι το μεγαλύτερο Γαλαξία. Σήμερα οι γνώσεις μας καλύπτουν ένα τεράστιο φάσμα ιδεών. Στην προσπάθειά μας να ενοποιήσουμε τις ιδέες αυτές έχουμε ανακαλύψει μεγάλα κενά. Η σαν επιστημονικής φαντασίας ιδέα ότι το σύμπαν μας δεν είναι το μοναδικό που υπάρχει (ότι κατά μυστηριώδη τρόπο, συνυπάρχει μαζί με άλλα, τα οποία πάλλονται και λειτουργούν παράλληλα με το δικό μας) είναι η τελευταία σε σύλληψη ιδέα που παρουσιάστηκε από τη νέα φυσική στην προσπάθειά της να ενοποιήσει τις γνώσεις μας. Χωρίς την ύπαρξη αυτών των άλλων κόσμων, τα χάσματα γνώσης που έρχονται στο φως από τις ανακαλύψεις στη νέα φυσική, θα παρέμεναν αγεφύρωτα, αφού θα ήταν αδύνατον να απαντηθούν από τον προγενέστερο τρόπο σκέψης.
Όταν η προ-μοντέρνα επιστημονική σκέψη για το σύμπαν, πρωτοξεκίνησε με τους συλλογισμούς των “γιγάντων“ στο χώρο, όπως ο Κέπλερ, ο Γαλιλαίος, ο Κοπέρνικος και ο Νεύτων, υπήρχε η αντίληψη ενός σύμπαντος σαν ένα γιγαντιαίο μηχανισμό ρολογιού, με τον κάθε δείκτη του εφοδιασμένο με ένα σημάδι που μάρκαρε τον κάθε πλανήτη να περιστρέφεται στα ουράνια γύρω από τον ήλιο.
Το φως ταξίδευε στο άπειρο ή κοντά στην ταχύτητα του απείρου, μεταβάλλοντας κάθε συνειδητό συμβάν εδώ στο στερεό έδαφος, διαρκώς και για πάντα, αιώνια, απ’ άκρο σ’ άκρο του άπειρου σύμπαντος. Όταν η ώρα ήταν 5 στο Μανχάταν ήταν επίσης 5 στον Κρόνο καθώς και στο κοντινότερο άστρο. Ενώ η διάρκεια μετρούνταν με ρολόγια, ο χρόνος ο ίδιος ήταν αιώνιος και ανυπολόγιστος. Ήταν άπειρος και πέρα από τη φαντασία. Σ’ αυτό το σημείο κανένας δε μπορούσε να φανταστεί ότι ο “εδώ“ χρόνος θα μπορούσε να έχει οποιαδήποτε άλλη σχέση με τον “εκεί” χρόνο, εκτός από ένα μοναχικό λεπτό στο παρόν.
Με την ανατολή του 20ου αιώνα, οι ιδέες του Αϊνστάιν και η επανάσταση στην επιστημονική σκέψη, που ήρθε στο προσκήνιο από τις θεωρίες της σχετικότητας, άλλαξαν πολλούς από τους προ-μοντέρνους συλλογισμούς. Κάποια κενά συμπληρώθηκαν. Το διάστημα δεν ήταν πια τόσο άπειρο όσο νομίζαμε παλαιότερα. Δεν εκτείνονταν απαραίτητα για πάντα άπειρο προς όλες τις κατευθύνσεις. Και η έννοια του χρόνου έπαψε να είναι τόσο ανεξιχνίαστη όσο πιστευόταν νωρίτερα. Αντί γι’ αυτό, ο χώρος και ο χρόνος ενώθηκαν σε μία έννοια που τώρα πια ονομαζόταν χωροχρόνος. Τα γεγονότα δεν ήταν πια παντοτινά. Δύο ξεχωριστά στο χώρο αλλά ταυτόχρονα στο χρόνο γεγονότα για κάποιον παρατηρητή, αποτελούν παρελθοντικά και μελλοντικά γεγονότα για έναν άλλο παρατηρητή που κάνει απλά ένα πέρασμα μέσα στο χώρο και το χρόνο, σε σχέση με τον πρώτο.
Η ύλη εμφανίζεται ιδωμένη υπό άλλο πρίσμα. Παράγεται από το ίδιο το σύμπαν σαν ένας κόμπος στη δομή του χωροχρόνου. Λυγίζει το χώρο και κυρτώνει το χρόνο. Όπως είναι φυσικό το γεγονός αυτό άλλαξε τον τρόπο που οραματιζόμασταν την αιωνιότητα του σύμπαντος, και μας επέτρεψε να αναρωτηθούμε πώς αυτό μπορεί να ξεκίνησε. Η πεπερασμένη ταχύτητα του φωτός και η ιδέα του χωροχρόνου μας έδωσαν τη δυνατότητα να οραματιστούμε τι θα μπορούσε να συμβεί εάν ο χρόνος ξεκινούσε τώρα από το μηδέν και όλος ο χώρος στο σύμπαν εικαζόταν να είναι μικρότερος από την τελεία στο τέλος αυτής της πρότασης.
Ακόμα όμως και με τη θεωρία της σχετικότητας, εξακολουθούν να υπάρχουν κενά γνώσης που αφορούν την ύλη και το χωροχρόνο. Τα τωρινά μας πρότυπα για τις απαρχές του σύμπαντος, οι λεγόμενες κοσμολογικές θεωρίες, αποπνέουν ακόμη μια αύρα “Νευτώνιας” μηχανικής. Εξακολουθούν να κουδουνίζουν ερωτήματα στο μυαλό μας σχετικά με το τι συνέβη πριν το big-bang, (ή με άλλα λόγια πριν την αρχή των πάντων). Τα πρότυπα του παρόντος αγωνίζονται να βρουν τρόπο να προσαρμόσουν την κβαντική φυσική στις αρχές του χώρου του χρόνου και της ύλης.
Με την ανακάλυψη της κβαντικής φυσικής, (της φυσικής που καθορίζει τη συμπεριφορά της ατομικής και της υποατομικής ύλης) συμπληρώθηκαν ακόμη περισσότερα κενά στις γνώσεις μας. Βλέπουμε την ύλη από μια νέα οπτική γωνία. Οι ιδιότητές της διαφοροποιούνται ανάλογα με τον τρόπο παρατήρησης. Κατά συνέπεια οι ενέργειες παρατήρησης παίζουν ένα ρόλο στον κόσμο των ατόμων, που κανείς από τους προ-μοντέρνους επιστήμονες δεν υποψιαζόταν. Υπάρχουν υποψίες ότι ο ρόλος αυτός της παρατήρησης μπορεί να επηρεάζει ακόμη και τη μακροσκοπική ύλη, με ανεπαίσθητους τρόπους, που μπορούν να μεταβάλλουν τις αρχές της Κοσμολογίας, καθώς και την αντίληψή μας σχετικά με το τι ακριβώς είναι ένα σύμπαν.
Το μεγάλο πρόβλημα της συνένωσης της κβαντικής φυσικής με τη θεωρία της σχετικότητας εξακολουθεί να υφίσταται σήμερα. Δεν ξέρουμε τον τρόπο να το κάνουμε. Αυτό που γνωρίζουμε με σιγουριά είναι ότι η θεωρία που θα καταφέρει να γίνει ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις δύο, θα ηχεί αρκετά παράδοξη στα αυτιά όσων εξακολουθούν να επιθυμούν ένα σύμπαν “ρολόι“!
Μια από τις παραδοξότερες και πολλά υποσχόμενες θεωρίες, που προέρχεται από το μυαλό και τη φαντασία των σημερινών φυσικών, είναι αυτή που υποστηρίζει ότι πρέπει να υπάρχουν και άλλα σύμπαντα εκτός από το δικό μας.
Η θεωρία για τα παράλληλα σύμπαντα επινοήθηκε από τους φυσικούς κατά την ταραχώδη περίοδο 1950 -1960 .Έκανε την εμφάνισή της σαν ένας νέος τρόπος να μετατρέψει κανείς σε χειροπιαστές και λογικές, μερικές από τις πιο παράξενες ανακαλύψεις της κβαντικής φυσικής και της γενικής σχετικότητας. Αυτές οι ανακαλύψεις δε γίνονται κατανοητές χωρίς μια νέα εκδοχή της πραγματικότητας. Αντίθετα εμφανίζονται σαν προβλήματα. Δεν υπάρχει τίποτα στον προγενέστερο τρόπο σκέψης μας σχετικά με τον φυσικό κόσμο που να μπορεί να εξαλείψει αυτά τα προβλήματα.
Με άλλα λόγια, η ύπαρξη παράλληλων συμπάντων ξεκαθαρίζει μερικά πολύ παλιά και δυσεπίλυτα παράδοξα στον κόσμο της φυσικής. Παρόλα αυτά εισηγείται ένα νέο και εμφανώς παράδοξο τρόπο σκέψης. Στην ουσία η θεωρία για τα παράλληλα σύμπαντα προϋποθέτει την ύπαρξη κόσμων μέσα στα δικά μας πλαίσια τεχνολογικής ανάπτυξης, που θα πρέπει να συνδέονται ή να συγγενεύουν με τον δικό μας. Τι είναι ένα παράλληλο σύμπαν; Όπως οποιοδήποτε άλλο σύμπαν, είναι μια περιοχή χώρου και χρόνου που περιέχει ύλη, γαλαξίες, άστρα, πλανήτες, και ζωντανά όντα. Με άλλα λόγια ένα παράλληλο σύμπαν είναι παρόμοιο ή ακόμα και πιστό αντίγραφο του δικού μας σύμπαντος. Όχι απλά πρέπει να υπάρχουν ανθρώπινα όντα, σε ένα παράλληλο σύμπαν, αλλά θα πρέπει αυτά να είναι ακριβή αντίγραφα των εαυτών μας, τα οποία θα συνδέονται με μας μέσα από μηχανισμούς οι οποίοι εξηγούνται μόνο με τη χρήση των συλλογισμών της κβαντικής φυσικής.
Για να κατανοήσουμε το λόγο για τον οποίο οι επιστήμονες εξετάζουν τη θεωρία για τα παράλληλα σύμπαντα πολύ σοβαρά, σαν μία λύση σε προβλήματα στο ευρύ φάσμα της σκέψης συμπεριλαμβανομένης της μοντέρνας φυσικής και της κοσμολογίας, θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν κάποιες νέες και συναρπαστικές ιδέες. Η ελπίδα να συμφιλιώσουμε τις ιδέες που περιέχονται μέσα στο ευρύτερο φάσμα της ανθρώπινης γνώσης, εδρεύει στην ύπαρξη αυτών των άλλων συμπάντων, σύμπαντα τα οποία συνυπάρχουν πλάι - πλάι με το δικό μας, και ίσως με κάποιο φασματικό τρόπο, και να καταλαμβάνουν τον ίδιο χώρο με το δικό μας.
Το γεγονός ότι το μέλλον μπορεί να παίζει κάποιο ρόλο στην εξέλιξη του παρόντος, είναι μια νέα πρόβλεψη που αποτελεί απόρροια των μαθηματικών νόμων της κβαντικής φυσικής. Κατά λέξη οι μαθηματικοί τύποι όχι μόνο υποδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο το μέλλον εισβάλλει στο παρόν μας, αλλά και με ποιο τρόπο ο εγκέφαλός μας μπορεί να διαισθανθεί την ύπαρξη παράλληλων συμπάντων.
Αν τα παράλληλα σύμπαντα της σχετικότητας είναι τα ίδια με αυτά της κβαντικής θεωρίας, υπάρχει η πιθανότητα αυτά αν είναι εξαιρετικά κοντά σε μας, ίσως μόνο μερικές ατομικές διαστάσεις μακριά μας, πιθανόν όμως σε μία διάσταση χώρου υψηλότερη από τη δική μας, μια επέκταση αυτού που οι φυσικοί ονομάζουν υπερδιάστημα. Η μοντέρνα επιστήμη της νευρολογίας, μέσα από τη μελέτη εναλλακτικών καταστάσεων συνείδησης, όπως είναι η σχιζοφρένεια, και τα “φωτεινά όνειρα“ (στη διάρκεια των οποίων συνειδητοποιούμε ότι ονειρευόμαστε), εικάζει ότι τέτοια παραδείγματα αποτελούν ενδείξεις του πόσο κοντά στον δικό μας βρίσκονται οι παράλληλοι κόσμοι.