Το Τρίγωνο των Μεγάλων Λιμνών
Μπορεί το Τρίγωνο των Βερμούδων να είναι η γνωστότερη περιοχή του πλανήτη στην οποία πλοία και αεροπλάνα χάνονται μυστηριωδώς, υπάρχει όμως και ένα αντίπαλο δέος. Το Τρίγωνο των Μεγάλων Λιμνών, στα σύνορα ΗΠΑ – Καναδά, αποτελεί ένα μεγάλο μυστήριο για τους ερευνητές αεροπορικών δυστυχημάτων και ναυαγίων. Η πλειοψηφία των φακέλων που ανοίγουν για καθένα από αυτά τα γεγονότα κλείνει με μία και μόνο λέξη: Ανεξήγητο.
Η περιοχή των Μεγάλων Λιμνών στα σύνορα ΗΠΑ – Καναδά είναι ένας σχηματισμός λιμνών που καλύπτει έκταση 208.610 τετραγωνικά χιλιόμετρα, ενώ ο όγκος νερού φτάνει τα 22.560 κυβικά μέτρα. Στη λεκάνη αυτή συγκεντρώνεται το 21% του γλυκού νερού του πλανήτη, μοιρασμένο στις λίμνες Σουπίριορ, Μίτσιγκαν, Χιούρον, Ιρι, και Οντάριο που συγκοινωνούν μεταξύ τους. Ομως, ο διάπλους και η από αέρος διάσχιση της περιοχής εξελίσσονται ενίοτε σε πραγματικό εφιάλτη.
Από τον 19ο αιώνα έχει καταγραφεί στην περιοχή μια σειράναυαγίων και στη συνέχεια, και αεροπορικών ατυχημάτων, τα αίτια των οποίων δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστούν. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, δεν βρέθηκε καν το πλοίο ή το αεροπλάνο που είχε χαθεί. Υπάρχουν επίσης μαρτυρίες για εξαφάνιση πλοίων εν ριπή οφθαλμού. Τη μια στιγμή ήταν ορατά από παραπλέοντα πλοία και την επόμενη στιγμή απλά δεν υπήρχαν.
Ολα αυτά τα γεγονότα συνέθεσαν το θρύλο που περιβάλλει ακόμα και σήμερα το Τρίγωνο των Μεγάλων Λιμνών και που μπορεί κάλλιστα να συγκριθεί με το Τρίγωνο των Βερμούδων (ορίζεται από τη Φλόριντα των ΗΠΑ, το Πουέρτο Ρίκο και τα Νησιά των Βερμούδων). Το ανεξήγητο των καταγεγραμμένων γεγονότων που σημειώνονται και στις δυο περιοχές έχει, όπως είναι φυσικό, δώσει τροφή σε μυθιστορήματα, κινηματογραφικές ταινίες ακόμη και στις μεταφυσικές ανησυχίες διαφόρων ερευνητών.
Ειδικά στις Μεγάλες Λίμνες, η ταχύτητα με την οποία εξαφανίστηκαν πολλά πλοία και αεροπλάνα κατά το παρελθόν προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση. Επιπλέον, με την πάροδο του χρόνου και την εξέλιξη των μέσων, οι αποστάσεις από την ξηρά έγιναν σταδιακά ελάχιστες για τα δεδομένα των αεροπλάνων και των πλοίων που κυκλοφορούν στην περιοχή, ενώ η επικοινωνία με τα κέντρα ελέγχου από τα μέσα του 20ού αιώνα είναι συνεχής. Είναι αδιανόητο λοιπόν το πώς χάθηκαν αύτανδρα πλοία και αεροπλάνα, πολλά από τα οποία δεν εντοπίστηκαν ποτέ.
Το ατμόπλοιο – φάντασμα
Στις 20 Νοεμβρίου 1902, το ατσάλινο ατμόπλοιο Μπάνοκμπερν, καναδικής σημαίας φορτηγό, απέπλευσε φορτωμένο σιτάρι από το Πορτ- Αρθουρ της λίμνης Σουπίριορ με προορισμό το Τζόρτζιαν Μπέι της Λίμνης Χιούρον. Μια ημέρα αργότερα, ο Τζέιμς Μακμάφ, πλοίαρχος του ατμόπλοιου Αλονγκουίν που είχε αντίθετη πορεία με το Μπάνοκμπερν, αντίκρισε σε απόσταση το καναδέζικο ατμόπλοιο και προέτρεψε το βοηθό του να το θαυμάσει από μακριά στον ηλιόλουστο ορίζοντα.
Οταν ο τελευταίος γύρισε για να δει, το πλοίο δεν υπήρχε. Ο πλοίαρχος, ο οποίος στο μεταξύ είχε αποστρέψει το βλέμμα του, στο άκουσμα της παρατήρησης του βοηθού του ότι δεν έβλεπε πλοίο, ξαναγύρισε προς την κατεύθυνση που το είχε δει και αντίκρισε το απόλυτο κενό. Αμέσως έλεγξαν για σήματα SOS αλλά δεν υπήρχε σχετική εκπομπή. Μερικά μέλη του πληρώματος ανησύχησαν για την υγεία του πλοιάρχου, αφού ήταν ο μόνος που δήλωνε πως είχε δει το πλοίο.
Λίγες ημέρες αργότερα ο πλοίαρχος Μακμάφ επιβεβαιώθηκε με τραγικό τρόπο. Το ατμόπλοιο Μπάνοκμπερν, που δεν είχε φτάσει ποτέ στον προορισμό του, είχε κηρυχθεί αγνοούμενο. Και έτσι εξακολουθεί να είναι. Δεν βρέθηκαν ποτέ συντρίμμια, ίχνη ναυαγίου και καμία ανθρώπινη σορός.
Δεκαοκτώ μήνες αργότερα, ένα κουπί τυλιγμένο σε καραβόπανο, το οποίο εντοπίστηκε από έναν σέρφερ σε κάποια απομακρυσμένη ακτή της λίμνης Μίτσιγκαν, επανέφερε την εξαφάνιση του ατμόπλοιου στο προσκήνιο. Οταν ο σέρφερ ξετύλιξε το καραβόπανο είδε δύο λέξεις χαραγμένες στον άξονα του κουπιού: «SS Bannockburn».
Μέχρι σήμερα κανείς δεν κατάφερε να δώσει εξήγηση στην εξαφάνιση του ατμοπλοίου, ενώ οι θεάσεις του αρκετά χρόνια μετά το 1902 ενέτειναν το μυστήριο.
Πετώντας στα τυφλά
Το 1950 τα αεροπλάνα που πετούσαν στα τυφλά ανάμεσα στα σύννεφα έπρεπε να αναφέρουν όταν περνούσαν από καθορισμένα σημεία ελέγχου. Ο πιλότος ειδοποιούσε τον Ελεγχο Εναέριας Κυκλοφορίας για την ώρα που περνούσε από το κάθε σημείο ελέγχου, το χρόνο που του απέμενε για να φτάσει στο επόμενο και το υψόμετρο στο οποίο βρισκόταν τη δεδομένη χρονική στιγμή. Στις 23 Ιουνίου 1950, η πτήση 2.501 των Βορειοδυτικών Αερογραμμών (Northwest Airlines), που είχε απογειωθεί με 55 επιβάτες από το αεροδρόμιο Λα Γκουάρντια της Νέας Υόρκης με προορισμό το Σιάτλ της Ουάσινγκτον, έκανε μια τέτοια αναφορά περνώντας στις 11.37 μ.μ από το Μπατλ Κρικ του Μίτσιγκαν.
Επόμενο σημείο ελέγχου ήταν το Μιλγουόκι. Εχουν περάσει σχεδόν 51 χρόνια από τότε, αλλά η πτήση 2.501 δεν έστειλε ποτέ σήμα ότι πέρασε από εκεί. Το αεροπλάνο χάθηκε ξαφνικά πάνω από τη λίμνη Μίτσιγκαν. Στις 24 Ιουνίου η λίμνη «χτενίστηκε» από την Ακτοφυλακή και το Ναυτικό, ενώ στην έρευνα συμμετείχαν και δύτες. Δεν βρέθηκε κανένα ίχνος, ούτε συντρίμμια ούτε πτώματα. Το μόνο αντικείμενο που αντίκρισαν έκπληκτοι οι άνδρες τις Ακτοφυλακής ήταν το ημερολόγιο του αεροπλάνου που επέπλεε στην επιφάνεια της λίμνης.
Αν το αεροσκάφος είχε εκραγεί στον αέρα θα έπρεπε να υπήρχαν συντρίμμια στην επιφάνεια της λίμνης, ενώ αν είχε βυθιστεί ολόκληρο τότε θα ανιχνευόταν από τα σονάρ. Αν είχε πέσει στην ξηρά πάλι θα ανακαλύπτοντανσυντρίμμια. Τίποτα από αυτά δεν συνέβη.
«Το Εντμουντ Φιτζέραλντ χάθηκε…»
Το φορτηγό ατμόπλοιο Εντμουντ Φιτζέραλντ ήταν για την εποχή του το μεγαλύτερο πλοίο που έπλεε στις Μεγάλες Λίμνες. Ναυπηγημένο το 1958, είχε μήκος 212 μέτρα, πλάτος 23 μέτρα, βάθος 12 μέτρα και χωρητικότητα 26.000 τόνων. Στις 9 Νοεμβρίου 1975 απέπλευσε από το Ντούλαθ της Μινεσότα φορτωμένο με 26.216 τόνους τακονίτη (σιδηρούχο μετάλλευμα που πήρε το όνομά του από την οροσειρά Τακόνικ των ΗΠΑ) και 29 άτομα πλήρωμα.
Προορισμός τα φράγματα που θα το κατέβαζαν από τη λίμνη Σουπίριορ στην επιφάνεια της λίμνης Χιούρον. Αλλά δεν θα διέσχιζε μόνο του τα 100 μίλια που το χώριζαν με τα φράγματα. Ο καπετάνιος Ερνεστ Μακσόρλεϊ, ήξερε ότι πίσω του σε απόσταση 17 μιλίων ακολουθούσε ένα άλλο ατμόπλοιο, το «Αρθουρ Μ. Αντερσον» με καπετάνιο τον Τζέσε Μπ. Κούπερ. Αυτό ήταν ένα μέτρο ασφαλείας που τότε λαμβανόταν συχνά.
Τις επόμενες 24 ώρες στη λίμνη Σουπίριορ επικράτησε τρικυμία, η οποία προκάλεσε μικρές ζημιές στο Εντμουντ Φιτζέραλντ, το οποίο έκανε κράτει για να μειώσει την απόστασή του από το Αντερσον. Στις 10 Νοεμβρίου 1975 ο πλοίαρχος Κούπερ βρισκόταν στη γέφυρα και παρατηρούσε το σόναρ του. Η επιστροφή κυμάτων έδειχνε ότι το Εντμουντ Φιτζέραλντ βρισκόταν μπροστά του σε απόσταση 9 μιλίων και υπήρχε οπτική επαφή μαζί του. Το πλοίο φαινόταν καθαρά.
Ξαφνικά ξέσπασε χιονοθύελλα η οποία κράτησε για ελάχιστα λεπτά. Οταν το χιόνι αραίωσε ο Κούπερ μπορούσε να δει καθαρά σε απόσταση 20 μιλίων. Το Εντμουντ Φιτζέραλντ δεν υπήρχε πουθενά. Αμέσως επικοινώνησε με άλλα παραπλέοντα πλοία ρωτώντας αν βλέπουν το πλοίο. Η απάντηση ήταν αρνητική. Στη συνέχεια επικοινώνησε με την Ακτοφυλακή: «Το Εντμουντ Φιτζέραλντ χάθηκε…»
Η κοινή λογική έλεγε ότι ένα πλοίο του μεγέθους του Εντμουντ Φιτζέραλντ δεν ήταν δυνατόν να βυθιστεί μέσα σε λίγα λεπτά χωρίς μάλιστα να εκπέμψει σήμα κινδύνου. Κι όμως. Το μόνο που βρέθηκε όταν άρχισαν οι έρευνες ήταν μερικές ναυαγοσωστικές σχεδίες και βάρκες, οι οποίες όμως δεν είχαν ριχτεί από το πλήρωμα. Από τα ευρήματα φάνηκε ότι είχαν αποσπαστεί βίαια από το πλοίο. Τέσσερις ημέρες αργότερα το πλοίο εντοπίστηκε στον πυθμένα της λίμνης Σουπίριορ, κομμένο στα δύο. Πτώματα δεν βρέθηκαν. Τα αίτια της τραγωδίας παρέμειναν αδιευκρίνιστα.
Πολλά περιστατικά, καμία εξήγηση
Με μια απλή έρευνα μπορεί κανείς να εντοπίσει δεκάδες τέτοια περιστατικά τα τελευταία εκατό χρόνια στην περιοχή. Αεροπλάνα που εξαφανίστηκαν χωρίς να αφήσουν ίχνος, πλοία που βυθίστηκαν εν ριπή οφθαλμού. Πιλότοι που καταγράφηκαν από τους πύργους ελέγχου να μην μπορούν να περιγράψουν τι ακριβώς συμβαίνει (19-12-1963, αεροσκάφος Τσέσνα 172, πάνω από την λίμνη Ιρι) ή να μην έχουν επίγνωση του τι συνέβη τα τελευταία λεπτά πριν από τη συνομιλία και κατόπιν συνετρίβησαν (6-12-1967, πολυκινητήριο Πάιπερ της Northern Air Service, συνετρίβη στο Λόουελ του Μίτσιγκαν).
Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών, καμία επιστημονική εξήγηση δεν μπορούσε να δοθεί για τα αίτια που τα προκάλεσαν. Κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί θεωρίες για στιγμιαία αντιστροφή του μαγνητικού πεδίου της γης και μαγνητικές παρεκκλίσεις, που θα επηρέαζαν περισσότερο τα αεροπλάνα. Επίσης όσον αφορά στα πλοία, μια θεωρία είναι εκείνη περί ύπαρξης θυλάκων μεθανίου κάτω από τον πυθμένα των λιμνών, που εκρήγνυνται όταν η εσωτερική τους πίεση γίνει πολύ μεγάλη. Αυτή η έκρηξη, σύμφωνα με τη θεωρία, δημιουργεί μια τεράστια «μπουρμπουλήθρα» που καταπίνει σε δευτερόλεπτα ό,τι υπάρχει στην επιφάνεια της λίμνης.
Ασφαλώς υπήρξαν και πιο εξεζητημένες μεταφυσικές ερμηνείες των περιστατικών, όπως η απαγωγή πλοίων και αεροπλάνων από εξωγήινους, το πέρασμα σε άλλη διάσταση με επαναφορά σε διάφορες χρονικές στιγμές (θεωρία ορμώμενη από τις αναφορές για επανεμφάνιση πλοίων όπως το ατμόπλοιο Μπάνοκμπερν που προαναφέραμε), που θυμίζουν το Πείραμα της Φιλαδέλφειας και άλλες πολλές.
Επισήμως, όλοι οι φάκελοι, όχι μόνο των περιστατικών που αναφέραμε αλλά και μιας πλειάδας άλλων, κλείνουν με την ίδια ένδειξη: «Ανεξήγητο».
Σημείωση: Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο εβδομαδιαίο περιοδικό του “Ελεύθερου Τύπου”, τα “Φαινόμενα”.
Συγγραφέας: Στέλιος Φωκάς
metafysiko.gr
Η περιοχή των Μεγάλων Λιμνών στα σύνορα ΗΠΑ – Καναδά είναι ένας σχηματισμός λιμνών που καλύπτει έκταση 208.610 τετραγωνικά χιλιόμετρα, ενώ ο όγκος νερού φτάνει τα 22.560 κυβικά μέτρα. Στη λεκάνη αυτή συγκεντρώνεται το 21% του γλυκού νερού του πλανήτη, μοιρασμένο στις λίμνες Σουπίριορ, Μίτσιγκαν, Χιούρον, Ιρι, και Οντάριο που συγκοινωνούν μεταξύ τους. Ομως, ο διάπλους και η από αέρος διάσχιση της περιοχής εξελίσσονται ενίοτε σε πραγματικό εφιάλτη.
Από τον 19ο αιώνα έχει καταγραφεί στην περιοχή μια σειράναυαγίων και στη συνέχεια, και αεροπορικών ατυχημάτων, τα αίτια των οποίων δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστούν. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, δεν βρέθηκε καν το πλοίο ή το αεροπλάνο που είχε χαθεί. Υπάρχουν επίσης μαρτυρίες για εξαφάνιση πλοίων εν ριπή οφθαλμού. Τη μια στιγμή ήταν ορατά από παραπλέοντα πλοία και την επόμενη στιγμή απλά δεν υπήρχαν.
Ολα αυτά τα γεγονότα συνέθεσαν το θρύλο που περιβάλλει ακόμα και σήμερα το Τρίγωνο των Μεγάλων Λιμνών και που μπορεί κάλλιστα να συγκριθεί με το Τρίγωνο των Βερμούδων (ορίζεται από τη Φλόριντα των ΗΠΑ, το Πουέρτο Ρίκο και τα Νησιά των Βερμούδων). Το ανεξήγητο των καταγεγραμμένων γεγονότων που σημειώνονται και στις δυο περιοχές έχει, όπως είναι φυσικό, δώσει τροφή σε μυθιστορήματα, κινηματογραφικές ταινίες ακόμη και στις μεταφυσικές ανησυχίες διαφόρων ερευνητών.
Ειδικά στις Μεγάλες Λίμνες, η ταχύτητα με την οποία εξαφανίστηκαν πολλά πλοία και αεροπλάνα κατά το παρελθόν προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση. Επιπλέον, με την πάροδο του χρόνου και την εξέλιξη των μέσων, οι αποστάσεις από την ξηρά έγιναν σταδιακά ελάχιστες για τα δεδομένα των αεροπλάνων και των πλοίων που κυκλοφορούν στην περιοχή, ενώ η επικοινωνία με τα κέντρα ελέγχου από τα μέσα του 20ού αιώνα είναι συνεχής. Είναι αδιανόητο λοιπόν το πώς χάθηκαν αύτανδρα πλοία και αεροπλάνα, πολλά από τα οποία δεν εντοπίστηκαν ποτέ.
Το ατμόπλοιο – φάντασμα
Στις 20 Νοεμβρίου 1902, το ατσάλινο ατμόπλοιο Μπάνοκμπερν, καναδικής σημαίας φορτηγό, απέπλευσε φορτωμένο σιτάρι από το Πορτ- Αρθουρ της λίμνης Σουπίριορ με προορισμό το Τζόρτζιαν Μπέι της Λίμνης Χιούρον. Μια ημέρα αργότερα, ο Τζέιμς Μακμάφ, πλοίαρχος του ατμόπλοιου Αλονγκουίν που είχε αντίθετη πορεία με το Μπάνοκμπερν, αντίκρισε σε απόσταση το καναδέζικο ατμόπλοιο και προέτρεψε το βοηθό του να το θαυμάσει από μακριά στον ηλιόλουστο ορίζοντα.
Οταν ο τελευταίος γύρισε για να δει, το πλοίο δεν υπήρχε. Ο πλοίαρχος, ο οποίος στο μεταξύ είχε αποστρέψει το βλέμμα του, στο άκουσμα της παρατήρησης του βοηθού του ότι δεν έβλεπε πλοίο, ξαναγύρισε προς την κατεύθυνση που το είχε δει και αντίκρισε το απόλυτο κενό. Αμέσως έλεγξαν για σήματα SOS αλλά δεν υπήρχε σχετική εκπομπή. Μερικά μέλη του πληρώματος ανησύχησαν για την υγεία του πλοιάρχου, αφού ήταν ο μόνος που δήλωνε πως είχε δει το πλοίο.
Λίγες ημέρες αργότερα ο πλοίαρχος Μακμάφ επιβεβαιώθηκε με τραγικό τρόπο. Το ατμόπλοιο Μπάνοκμπερν, που δεν είχε φτάσει ποτέ στον προορισμό του, είχε κηρυχθεί αγνοούμενο. Και έτσι εξακολουθεί να είναι. Δεν βρέθηκαν ποτέ συντρίμμια, ίχνη ναυαγίου και καμία ανθρώπινη σορός.
Δεκαοκτώ μήνες αργότερα, ένα κουπί τυλιγμένο σε καραβόπανο, το οποίο εντοπίστηκε από έναν σέρφερ σε κάποια απομακρυσμένη ακτή της λίμνης Μίτσιγκαν, επανέφερε την εξαφάνιση του ατμόπλοιου στο προσκήνιο. Οταν ο σέρφερ ξετύλιξε το καραβόπανο είδε δύο λέξεις χαραγμένες στον άξονα του κουπιού: «SS Bannockburn».
Μέχρι σήμερα κανείς δεν κατάφερε να δώσει εξήγηση στην εξαφάνιση του ατμοπλοίου, ενώ οι θεάσεις του αρκετά χρόνια μετά το 1902 ενέτειναν το μυστήριο.
Πετώντας στα τυφλά
Το 1950 τα αεροπλάνα που πετούσαν στα τυφλά ανάμεσα στα σύννεφα έπρεπε να αναφέρουν όταν περνούσαν από καθορισμένα σημεία ελέγχου. Ο πιλότος ειδοποιούσε τον Ελεγχο Εναέριας Κυκλοφορίας για την ώρα που περνούσε από το κάθε σημείο ελέγχου, το χρόνο που του απέμενε για να φτάσει στο επόμενο και το υψόμετρο στο οποίο βρισκόταν τη δεδομένη χρονική στιγμή. Στις 23 Ιουνίου 1950, η πτήση 2.501 των Βορειοδυτικών Αερογραμμών (Northwest Airlines), που είχε απογειωθεί με 55 επιβάτες από το αεροδρόμιο Λα Γκουάρντια της Νέας Υόρκης με προορισμό το Σιάτλ της Ουάσινγκτον, έκανε μια τέτοια αναφορά περνώντας στις 11.37 μ.μ από το Μπατλ Κρικ του Μίτσιγκαν.
Επόμενο σημείο ελέγχου ήταν το Μιλγουόκι. Εχουν περάσει σχεδόν 51 χρόνια από τότε, αλλά η πτήση 2.501 δεν έστειλε ποτέ σήμα ότι πέρασε από εκεί. Το αεροπλάνο χάθηκε ξαφνικά πάνω από τη λίμνη Μίτσιγκαν. Στις 24 Ιουνίου η λίμνη «χτενίστηκε» από την Ακτοφυλακή και το Ναυτικό, ενώ στην έρευνα συμμετείχαν και δύτες. Δεν βρέθηκε κανένα ίχνος, ούτε συντρίμμια ούτε πτώματα. Το μόνο αντικείμενο που αντίκρισαν έκπληκτοι οι άνδρες τις Ακτοφυλακής ήταν το ημερολόγιο του αεροπλάνου που επέπλεε στην επιφάνεια της λίμνης.
Αν το αεροσκάφος είχε εκραγεί στον αέρα θα έπρεπε να υπήρχαν συντρίμμια στην επιφάνεια της λίμνης, ενώ αν είχε βυθιστεί ολόκληρο τότε θα ανιχνευόταν από τα σονάρ. Αν είχε πέσει στην ξηρά πάλι θα ανακαλύπτοντανσυντρίμμια. Τίποτα από αυτά δεν συνέβη.
«Το Εντμουντ Φιτζέραλντ χάθηκε…»
Το φορτηγό ατμόπλοιο Εντμουντ Φιτζέραλντ ήταν για την εποχή του το μεγαλύτερο πλοίο που έπλεε στις Μεγάλες Λίμνες. Ναυπηγημένο το 1958, είχε μήκος 212 μέτρα, πλάτος 23 μέτρα, βάθος 12 μέτρα και χωρητικότητα 26.000 τόνων. Στις 9 Νοεμβρίου 1975 απέπλευσε από το Ντούλαθ της Μινεσότα φορτωμένο με 26.216 τόνους τακονίτη (σιδηρούχο μετάλλευμα που πήρε το όνομά του από την οροσειρά Τακόνικ των ΗΠΑ) και 29 άτομα πλήρωμα.
Προορισμός τα φράγματα που θα το κατέβαζαν από τη λίμνη Σουπίριορ στην επιφάνεια της λίμνης Χιούρον. Αλλά δεν θα διέσχιζε μόνο του τα 100 μίλια που το χώριζαν με τα φράγματα. Ο καπετάνιος Ερνεστ Μακσόρλεϊ, ήξερε ότι πίσω του σε απόσταση 17 μιλίων ακολουθούσε ένα άλλο ατμόπλοιο, το «Αρθουρ Μ. Αντερσον» με καπετάνιο τον Τζέσε Μπ. Κούπερ. Αυτό ήταν ένα μέτρο ασφαλείας που τότε λαμβανόταν συχνά.
Τις επόμενες 24 ώρες στη λίμνη Σουπίριορ επικράτησε τρικυμία, η οποία προκάλεσε μικρές ζημιές στο Εντμουντ Φιτζέραλντ, το οποίο έκανε κράτει για να μειώσει την απόστασή του από το Αντερσον. Στις 10 Νοεμβρίου 1975 ο πλοίαρχος Κούπερ βρισκόταν στη γέφυρα και παρατηρούσε το σόναρ του. Η επιστροφή κυμάτων έδειχνε ότι το Εντμουντ Φιτζέραλντ βρισκόταν μπροστά του σε απόσταση 9 μιλίων και υπήρχε οπτική επαφή μαζί του. Το πλοίο φαινόταν καθαρά.
Ξαφνικά ξέσπασε χιονοθύελλα η οποία κράτησε για ελάχιστα λεπτά. Οταν το χιόνι αραίωσε ο Κούπερ μπορούσε να δει καθαρά σε απόσταση 20 μιλίων. Το Εντμουντ Φιτζέραλντ δεν υπήρχε πουθενά. Αμέσως επικοινώνησε με άλλα παραπλέοντα πλοία ρωτώντας αν βλέπουν το πλοίο. Η απάντηση ήταν αρνητική. Στη συνέχεια επικοινώνησε με την Ακτοφυλακή: «Το Εντμουντ Φιτζέραλντ χάθηκε…»
Η κοινή λογική έλεγε ότι ένα πλοίο του μεγέθους του Εντμουντ Φιτζέραλντ δεν ήταν δυνατόν να βυθιστεί μέσα σε λίγα λεπτά χωρίς μάλιστα να εκπέμψει σήμα κινδύνου. Κι όμως. Το μόνο που βρέθηκε όταν άρχισαν οι έρευνες ήταν μερικές ναυαγοσωστικές σχεδίες και βάρκες, οι οποίες όμως δεν είχαν ριχτεί από το πλήρωμα. Από τα ευρήματα φάνηκε ότι είχαν αποσπαστεί βίαια από το πλοίο. Τέσσερις ημέρες αργότερα το πλοίο εντοπίστηκε στον πυθμένα της λίμνης Σουπίριορ, κομμένο στα δύο. Πτώματα δεν βρέθηκαν. Τα αίτια της τραγωδίας παρέμειναν αδιευκρίνιστα.
Πολλά περιστατικά, καμία εξήγηση
Με μια απλή έρευνα μπορεί κανείς να εντοπίσει δεκάδες τέτοια περιστατικά τα τελευταία εκατό χρόνια στην περιοχή. Αεροπλάνα που εξαφανίστηκαν χωρίς να αφήσουν ίχνος, πλοία που βυθίστηκαν εν ριπή οφθαλμού. Πιλότοι που καταγράφηκαν από τους πύργους ελέγχου να μην μπορούν να περιγράψουν τι ακριβώς συμβαίνει (19-12-1963, αεροσκάφος Τσέσνα 172, πάνω από την λίμνη Ιρι) ή να μην έχουν επίγνωση του τι συνέβη τα τελευταία λεπτά πριν από τη συνομιλία και κατόπιν συνετρίβησαν (6-12-1967, πολυκινητήριο Πάιπερ της Northern Air Service, συνετρίβη στο Λόουελ του Μίτσιγκαν).
Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών, καμία επιστημονική εξήγηση δεν μπορούσε να δοθεί για τα αίτια που τα προκάλεσαν. Κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί θεωρίες για στιγμιαία αντιστροφή του μαγνητικού πεδίου της γης και μαγνητικές παρεκκλίσεις, που θα επηρέαζαν περισσότερο τα αεροπλάνα. Επίσης όσον αφορά στα πλοία, μια θεωρία είναι εκείνη περί ύπαρξης θυλάκων μεθανίου κάτω από τον πυθμένα των λιμνών, που εκρήγνυνται όταν η εσωτερική τους πίεση γίνει πολύ μεγάλη. Αυτή η έκρηξη, σύμφωνα με τη θεωρία, δημιουργεί μια τεράστια «μπουρμπουλήθρα» που καταπίνει σε δευτερόλεπτα ό,τι υπάρχει στην επιφάνεια της λίμνης.
Ασφαλώς υπήρξαν και πιο εξεζητημένες μεταφυσικές ερμηνείες των περιστατικών, όπως η απαγωγή πλοίων και αεροπλάνων από εξωγήινους, το πέρασμα σε άλλη διάσταση με επαναφορά σε διάφορες χρονικές στιγμές (θεωρία ορμώμενη από τις αναφορές για επανεμφάνιση πλοίων όπως το ατμόπλοιο Μπάνοκμπερν που προαναφέραμε), που θυμίζουν το Πείραμα της Φιλαδέλφειας και άλλες πολλές.
Επισήμως, όλοι οι φάκελοι, όχι μόνο των περιστατικών που αναφέραμε αλλά και μιας πλειάδας άλλων, κλείνουν με την ίδια ένδειξη: «Ανεξήγητο».
Σημείωση: Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο εβδομαδιαίο περιοδικό του “Ελεύθερου Τύπου”, τα “Φαινόμενα”.
Συγγραφέας: Στέλιος Φωκάς
metafysiko.gr